- Σκυβελίτης
- Σκυβελίτηςfrommasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
σκυβελίτης — ὁ, Α (ενν. οἶνος) κρασί που προέρχεται από χυμό ο οποίος στάζει από τα ώριμα σταφύλια και όχι από τη σύνθλιψή τους. [ΕΤΥΜΟΛ. < Σκύβελα, περιοχή τής Παμφυλίας + κατάλ. ίτης* (πρβλ. μηλ ίτης)] … Dictionary of Greek
Σκυβελίτην — Σκυβελίτης from masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σκυβελίτου — Σκυβελίτης from masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σκυβελίτῃ — Σκυβελίτης from masc dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σκυβελίτας — Σκυβελίτᾱς , Σκυβελίτης from masc acc pl Σκυβελίτᾱς , Σκυβελίτης from masc nom sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)